Ο Κορινθιακός Κόλπος (Kκ) είναι ένας μικρός, μακρύς και ημί – εσώκλειστος κόλπος που βρίσκεται στην κεντρική Ελλάδα, μεταξύ του Ιονίου και του Αιγαίου πελάγους, στη βορειοανατολική Μεσόγειο (Ιόνιο πέλαγος περιοχή ΙΜΜΑ). Ο Κορινθιακός ανοίγεται στον Πατραϊκό Κόλπο και το Ιόνιο Πέλαγος προς την Δύση μέσα απο το, 2 χιλιομέτρων φαρδύ, πορθμό του Ρίου – Αντιρρίου (βαθύτερο σημείο 66μ). Το πέρασμα στον Σαρωνικό κόλπο και το Αιγαίο στην Ανατολή είναι δυνατό μέσα από το μακρύ (5.8 χλμ), στενό ( 21 μ) και ριχό (7 μ) ισθμό της Κορίνθου. Είναι αδιαπέραστος για τα περισσότερα φαρδιά μοντέρνα πλοία καθώς και απρόσιτος στα κήτη (Frantzis and Herzing, 2002). Πολύ απόκρημνες πλαγιές χαρακτηρίζουν τις ακτές του, κυρίως στο νότιο κομμάτι τους. Το βάθος του αυξάνεται γρήγορα ώσπου να φτάσει τα 935 στο κέντρο του. Το κεντρικό κομμάτι του περιλαμβάνει μια προέκταση νερών 500 – 900 μέτρων βάθος, περικλείοντας 900 km2. Το δυτικό κομμάτι του κόλπου είναι πιο ρηχό (200 – 400μ.), με ένα στένεμα 2 χλμ και στο βόρειο κομμάτι, ακόμη δύο ρηχούς όρμους. Για ένα σύνολο 2336 χλμ2 θαλασσινής επιφάνειας, μόνο το 23 % βρίσκεται σε βάθη μεγαλύτερα των 100 μέτρων, ενώ το 38 % σε βάθος 500-935 μ.
Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά κάνουν τον Κορινθιακό κόλπο να μοιάζει με μικρογραφία της Μεσογείου, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί και ένα μοναδικό μέρος ανά τον κόσμο όσον αφορά τις κοινωνίες των δελφινιών. Ο Κορινθιακός κατοικείται από τέσσερα είδη κητών: τα τέσσερα πιο γνωστά είδη δελφινιών της Μεσογείου. Ζωνοδέλφινα, Σταχτοδέλφινα και κοινά δελφίνια ζουν στα βαθιά νερά του Κορινθιακού. Τα Ρινοδέλφινα ζουν μόνο στα ρηχά νερά, κυρίως στους δύο όρμους στο βόρειο κομμάτι και το ρηχό δυτικό μέρος του Κορινθιακού (Frantzis and Herzing, 2002; Bearzi, 2016). Αν και είναι λίγες, μοναχικές φώκιες ακόμη επιζούν στον Κορινθιακό (Bearzi et al., 2016). Το 2003 η Μεσογειακή κοινότητα των Απλών δελφινιών κατατάχθηκε στην Κόκκινη λίστα των ειδών υπό εξαφάνιση της Παγκόσμιας Ένωσης Προστασίας του Περιβάλλοντος (International Union for Conservation of Nature, IUCN), υπό την παρατήρηση ότι μειώθηκε ο αριθμός αυτού του ζώου καθώς και στο ότι μεγάλα κομμάτια της Μεσογείου κρίθηκαν ακατάλληλα για την κατοικία των θαλάσσιων ζώων (Bearzi, 2006). Η κοντινότερη κοινότητα Απλών δελφινιών ζει στις δυτικές ακτές της Ελλάδας. Εκτός από τον Κορινθιακό, αυτό είναι το μοναδικό μέρος στο ιόνιο και την Αδριατική θάλασσα όπου έχουν επιζήσει τα Κοινά Δελφίνια ( με αρκετά μειωμένο αριθμό δελφινιών και εκεί). Ο Bearzi et al. (2008) κατέγραψε μία ακαριαία μείωση στον πληθυσμό των Κοινών δελφινιών απο 150 (1996) σε μόλις 15 (2007) στο Εσωτερικό Ιόνιο Αρχιπέλαγος. Μία πρόσφατη έρευνα απο τον Gonzalvo and Costa (2016) και παρατηρήσεις διαφόρων (Frantzis et al., unpublished data) μαρτυρούν την επιμονή του είδους αυτού να ζει σε αυτήν την περιοχή. Ο πληθυσμός του δεν ξεπερνά τις μερικές δεκάδες και σίγουρα δεν ξεπερνά τα 100 (Gonzalvo and Costa, 2016). Τα Κοινά δελφίνια στον Κορινθιακό ζουν σε πολύ διαφορετικό βιοτικό περιβάλλον από τους πληθυσμούς των άλλων ελληνικών θαλασσών όπου κατοικούν σε ρηχά παράκτια νερά που σπάνια ξεπερνούν τα 200 μ βάθος (Frantzis et al., 2003; Frantzis, 2009; Giannoulaki et al., 2017). Στον Κορινθιακό, τα Κοινά δελφίνια ζουν σε νερά 500-900 μ και σίγουρα όχι σε ρηχότερα από 200 μ (Frantzis et al., 2003; Frantzis, 2009; Bearzi, 2016). Δεν υπάρχουν Κοινά δελφίνια στο ρηχό δυτικό κομμάτι του Κορινθιακού και στα νερά του Πατραϊκού που τους χωρίζουν με τους πληθυσμούς του Ιονίου. Ως εκ τούτου είναι απομονωμένα(Frantzis et al., 2003; Frantzis, 2009; Bearzi et al., 2016). Ο πληθυσμός τους είναι πολύ μικρός, υπολογιζόμενος στα 22 δελφίνια (2011 – 2015 study period; Bearzi et al., 2016), και αυτός είναι πιθανών ο λόγος για τον οποίο δεν έχουν αγέλη, αλλά ζουν σε μόνιμη βάση σε μεικτές αγέλες, κυρίως με Ζωνοδέλφινα (Frantzis and Herzing, 2002; Bearzi, 2016). Τα Κοινά δελφίνια στον Κορινθιακό αποτελούν μια ιδιαίτερη γεωγραφικά ομάδα διότι αποτελεί μείγμα γενετικών ανταλλαγών μεταξύ των ομάδων και κινδυνεύουν να εξαφανιστούν λόγω του μικρού αριθμού τους. Αποτελούν ένα είδος υβριδικό σύμφωνα με τα κριτήρια του της Παγκόσμιας Ένωσης Προστασίας του Περιβάλλοντος IUCN Red List to assess extinction risk (IUCN, 2012a,b). Οι Μεσογειακοί πληθυσμοί των Ζωνοδέλφινων (Aguilar and Gaspari, 2012) και των Ρινοδέλφινων s (Bearzi et al., 2012) έχουν καταταχτεί στην κόκκινη λίστα των ειδών υπό εξαφάνιση της IUCN. Οι πληροφορίες σχετικά με τον πληθυσμό των Σταχτοδέλφινων είναι ελλιπής (Gaspari and Natoli, 2012). Δύο δελφίνια αυτού του είδους έχουν καταγραφεί στον Κορινθιακό Frantzis and Herzing (2002). Το ένα από αυτά εντοπίσθηκε για τελευταία φορά το 2001 και πιθανόν το 2004 σύμφωνα με ανεπίσημες πηγές. Το δεύτερο και πιθανόν τελευταίο Σταχτοδέλφινο στον Κορινθιακό παρατηρείται ακόμα (pers. obs. 2015; Bearzi et al., 2016), 19 χρόνια μετά τον πρώτο του εντοπισμό.
Το 2003 ο μεσογειακός πληθυσμός των κοινών δελφινιών κατατάχτηκε στην κόκκινη λίστα των ειδών υπό εξαφάνιση της Παγκόσμιας Ένωσης Προστασίας του Περιβάλλοντος (IUCN) λόγω του μειωμένου αριθμού των δελφινιών και την μη καταλληλότητα τμημάτων της Μεσογείου για την κατοικία τους (Bearzi 2006). Οι πληθυσμοί του Κορινθιακού μαζί με εκείνους του Ιόνιου Αρχιπελάγους αποτελούν τα τελευταία ( συνολικά λιγότερα από 100 δελφίνια) δείγματα αυτών των ειδών σε ολόκληρη την Αδριατική θάλασσα και το Ιόνιο Πέλαγος, καθώς εκλείπουν και από το μεγαλύτερο κομμάτι της Ανατολικής Μεσογείου.
Οι μεσογειακοί πληθυσμοί των Ζωνοδέλφινων (Aguilar and Gaspari, 2012) και των Ρινοδέλφινων (Bearzi et al.,2012) κατατάχτηκαν Ευάλωτα στην λίστα των ειδών υπό εξαφάνιση.